Από τις αρχές του Νοέμβρη βρισκόμαστε σε ένα δεύτερο lockdown. Ένα lockdown, το οποίο δεν ήρθε τυχαία αλλά αποτελεί πολιτική ευθύνη της κυβέρνησης. Με την εμφάνιση της πανδημίας τον Μάρτιο, η κυβέρνηση προχώρησε και τότε σε καθολική καραντίνα, μέτρο που αν και ήταν έγκαιρο και αποτελεσματικό δεν αξιοποιήθηκε με τον σωστό τρόπο. Ο λαός τηρώντας τα μέτρα κατάφερε να αναχαιτίσει το πρώτο κύμα της πανδημίας αλλά ο ελλιπής σχεδιασμός της κυβέρνησης ακύρωσε αυτήν την προσπάθεια. Πιο συγκεκριμένα, η ΝΔ μετέτρεψε την τεράστια προσπάθεια του ελληνικού λαού σε ένα μαρκετίστικο όπλο ώστε να ανοίξει τον τουρισμό πουλώντας ένα covid free προφίλ το οποίο εν τέλει γύρισε μπούμερανγκ, αφού ενέδωσε στις απαιτήσεις των μεγάλων ταξιδιωτικών γραφείων.
Ύστερα από το άναρχο άνοιγμα του τουρισμού η κυβέρνηση προχώρησε και σε ένα άναρχο άνοιγμα της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας. Τα αιτήματα της εκπαιδευτικής κοινότητας για μείωση των μαθητών ανά τάξη, προσλήψεις εκπαιδευτικού και καθαριστικού προσωπικού, δωρεάν διανομή μασκών προστασίας έπεσαν στο κενό ενώ απέναντι στο μαθητικό κίνημα που ξέσπασε η ΝΔ απάντησε με καταστολή. Παράλληλα, υιοθέτησε μια τιμωρητική στάση απέναντι στις καταλήψεις, καταστρατηγώντας το δικαίωμα των μαθητών και των μαθητριών να αγωνιστούν για την προστασία της δημόσιας υγείας, επιβάλλοντας τηλεκπαίδευση σε σχολεία που βρίσκονταν υπό κατάληψη. Τη στιγμή επίσης που η κοινωνία λειτουργούσε σε μεγάλο βαθμό με κανονικούς ρυθμούς τα πανεπιστημιακά ιδρύματα παρέμειναν κλειστά αφού η κυβέρνηση και το υπουργείο παιδείας απέτυχαν να εξασφαλίσουν το ασφαλές άνοιγμά τους.
Ενώ λοιπόν ήταν κοινή παραδοχή ότι τα μέτρα που είχε λάβει η κυβέρνηση ήταν τουλάχιστον ανεπαρκή, ενώ το ΕΣΥ είχε ενισχυθεί ελάχιστα, ενώ βλέπαμε εικόνες απίστευτου συνωστισμού στα ΜΜΜ, η ΝΔ προσπαθώντας να αποποιηθεί κάθε ευθύνη δημιούργησε ένα παραμύθι περί ανεύθυνου λαού και ειδικότερα περί ανεύθυνης νεολαίας και την ίδια στιγμή διαλαλούσε στα ΜΜΕ την περίφημη “ατομική ευθύνη”. Σε αυτή την κατεύθυνση είδαμε την όξυνση της καταστολής με τις δυνάμεις των ΜΑΤ να επεμβαίνουν σε χώρους που η νεολαία κοινωνικοποιείται (βλ. πλατείες) με πρόφαση τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας. Αυτή η επίθεση που δέχθηκε η νεολαία αποτέλεσε μια ξεκάθαρη στόχευση της κυβέρνησης να δημιουργήσει έναν εσωτερικό εχθρό στα μάτια της κοινωνίας ώστε να μετατοπίσει το δημόσιο διάλογο από τις δικές της ευθύνες.
Αποτέλεσμα αυτής της επιφανειακής διαχείρισης της πανδημίας και των επιλογών της ΝΔ να υποταχθεί στις ανάγκες του κεφαλαίου και να διανέμει λεφτά στα ΜΜΕ αντί για την θωράκιση του ΕΣΥ, είναι το δεύτερο lockdown και η ασφυκτική κατάσταση που βιώνει σήμερα το δημόσιο σύστημα υγείας. Ενώ το προηγούμενο διάστημα οι χώροι εργασίας αποτέλεσαν εστίες υπερμετάδοσης του ιού , αυτή τη στιγμή εν μέσω καθολικού lockdown η πλειοψηφία των εργαζομένων συνεχίζει να εργάζεται δια ζώσης χωρίς καμία προστασία απέναντι στον ιό, αφού τα μέτρα που λαμβάνονται είναι ελάχιστα. Ακόμα, μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας πλήττεται οικονομικά καθώς λόγω της καραντίνας είτε έχει σταματήσει να εργάζεται προσωρινά είτε έχει χάσει τελείως τη δουλειά του. Σε μια κατάσταση φτωχοποίησης του λαού, βλέπουμε ότι τα επιδόματα που εξήγγειλε η κυβέρνηση ότι θα χορηγηθούν δεν ανταποκρίνονται πραγματικά στις ανάγκες διαβίωσης ενώ αποκλείουν και πολλούς και πολλές εργαζόμενους και εργαζόμενες (βλ. ανασφάλιστη εργασία). Για ακόμη μια φορά οι περιθωριοποιημένες ομάδες παραμένουν αόρατες για το κράτος αφού δεν υπάρχει καμία μέριμνα για αυτούς τους ανθρώπους. Συγκεκριμένα, οι φυλακισμένες/οι εξακολουθούν να ζουν συνωστισμένοι/ες στις φυλακές και να μην λαμβάνονται μέτρα για την προστασία τους την ίδια στιγμή που τα κρούσματα στα ιδρύματα συνεχίζουν να αυξάνονται. Αντίστοιχη είναι και η στάση της κυβέρνησης απέναντι στα κέντρα κράτησης προσφύγων, όπου παρά τις πολλαπλές προειδοποιήσεις για την αποσυμφόρηση τους, δεν υπάρχει καμία πρόνοια. Τέλος, ενώ παρατηρείται και πάλι η όξυνση των φαινομένων ενδοοικογενειακής και έμφυλης βίας, όπως και κατά τη διάρκεια της πρώτη καραντίνας, δεν λήφθηκε κανένα μέτρο στήριξης για τα θύματα και την καταπολέμησή της.
Καθόλη τη διάρκεια της πανδημίας, ένας τομέας που έχει πληγεί σε μεγάλο βαθμό και κατ’ επέκταση υπολειτουργεί, είναι η εκπαίδευση. Ιδιαίτερα στο δεύτερο lockdown, τα προβλήματα που έχει κληθεί να αντιμετωπίσει η εκπαιδευτική κοινότητα είναι πολλά. Το υπουργείο παιδείας φέρει ακέραιες τις ευθύνες για τις δυσλειτουργίες της τηλεκπαίδευσης, αλλά και για το ότι δεν παρείχε τα απαραίτητα τεχνικά μέσα αν και είχε πολύ χρόνο να προετοιμαστεί κατάλληλα.
Τέλος, η επέτειος του πολυτεχνείου ήρθε εν μέσω του δεύτερου lockdown ενσωματώνοντας τα χαρακτηριστικά της σημερινής συγκυρίας με αιτήματα για ενίσχυση του ΕΣΥ, επίταξη ιδιωτικών νοσοκομείων και προσλήψεις γιατρών. Η κυβέρνηση με στόχο να απομακρύνει τον δημόσιο διάλογο μακριά από τις ευθύνες της στο πεδίο της πανδημίας, επέλεξε να δημιουργήσει μια κεντρική πολιτική αντιπαράθεση γύρω από την επέτειο του Πολυτεχνείου παίρνοντας μάλιστα ιδιαίτερα αυταρχικά μέτρα δήθεν για την διασφάλιση της δημόσιας υγείας. Στοχοποίησε, πολιτικούς αρχηγούς, κόμματα αλλά και το σύνολο της αριστεράς και του κινήματος ως “ανεύθυνους” που αντιλαμβάνονται την επέτειο του Πολυτεχνείου ως φετίχ ενώ την ίδια ώρα επανέφερε μέτρα χουντικής κοπής (βλ. απαγόρευση συναθροίσεων) προσπαθώντας έτσι να ποινικοποιήσει την διαδήλωση. Βέβαια, την 17η Νοέμβρη είδαμε στον δρόμο διαδηλωτ(ρι)ές να τηρούν όλα τα μέτρα για την διασφάλιση της δημόσιας υγείας ενώ παράλληλα είδαμε τους αστυνομικούς του Χρυσοχοϊδη να αποτελούν μια υγειονομική βόμβα αφού συνωστίζονταν και δεν φορούσαν μάσκες και επίσης προχώρησαν σε ακραία καταστολή και χρήση χημικών απέναντι στο συγκεντρωμένο πλήθος.
Απέναντι σε όλη αυτή την κατάσταση η κυβέρνηση της ΝΔ συνεχίζει να θέτει ως προτεραιότητα το κεφάλαιο και τις ανάγκες του έναντι της δημόσιας υγείας και των ανθρώπινων ζωών χωρίς να αναλαμβάνει τις ευθύνες που της αναλογούν. Συνεχίζει να αντιμετωπίζει την πανδημία με επικοινωνιακό τρόπο, κάνοντας ξεκάθαρο πως η διασφάλιση της δημόσιας υγείας βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια του λαού.
Γιατί τελικά, μόνο ο λαός θα σώσει τον λαό